- ζιζινίζω
- ζουζουνίζω, βουίζω, σιγοτραγουδώ, υποτονθορύζω.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ζιζίνισμα — το [ζιζινίζω] ζουζούνισμα, σιγοτραγούδημα … Dictionary of Greek
ζουζουνίζω — και ζουζουρίζω (για έντομα) παράγω τον γνωστό ήχο «ζζζ...», βουίζω, ζιζινίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. ζουζουνίζω < ζουζούνι ο τ. ζουζουρίζω < ζουζουνίζω κατά τα ρ. σε ουρίζω (πρβλ. νια ουρίζω, γουργ ουρίζω, κλαψ ουρίζω κ.τ.ό.)] … Dictionary of Greek